Ο σεβάσμιος γέροντας με την λευκή γενειάδα, έσκυψε πάνω από το
χάρτη. Στο μεγάλο δρύινο χαμηλό τραπέζι είχε απλωθεί ολόκληρη η
Μεσόγειος. Το δωμάτιο που βρισκόταν ήταν στρωμένο από άκρη σε άκρη με
ένα παχύ κόκκινο χαλί “χέρεκε” φτιαγμένο στο χέρι από μετάξι, μαλλί και
βαμβάκι. Σε κάθε τοίχο του δωματίου υπήρχε επενδυμένη μια βαριά ξύλινη
βιβλιοθήκη με πολλά μικρά τετράγωνα ράφια σαν κλουβάκια. Το κάθε ράφι
ήταν βαρυφορτωμένο με δύο και τρεις τυλιγμένους χάρτες. Δεκάδες,
αναλυτικοί χάρτες για κάθε γωνιά της μεγάλης θάλασσας από τις Ηράκλειες
στήλες μέχρι την Κρήτη, το Αλγέρι την Αίγυπτο, τα παράλια της Μικράς
Ασίας, τον Εύξεινο Πόντο, και τις ακτές της Ρωσίας. Όλα χαρτογραφημένα
με κάθε λεπτομέρεια.
Σε άλλα ράφια υπήρχαν άλλοι χάρτες για τους ανέμους. Ποιος άνεμος
φυσάει που. Ποιες ώρες της ημέρας, ποιες εποχές του χρόνου. Στα ράφια
στον απέναντι τοίχο υπήρχαν χάρτες-λάφυρα που είχαν πάρει από
Γενουάτικα, Βενετσιάνικα και Σπανιόλικα πλοία σε κάποιο κούρσεμα. Σε μια
γωνία της βιβλιοθήκης όμως, βρισκόταν ο πραγματικός θησαυρός του
γέροντα. Μια ντουζίνα πάπυροι τυλιγμένοι με προσοχή, γραμμένοι στα
Ελληνικά. Ήταν χάρτες φτιαγμένοι χίλια χρόνια πριν, από Έλληνες
αξιωματικούς του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Απεικόνιζαν ολόκληρη τη Μεσόγειο
μέχρι τα βάθη της Περσίας. Δίπλα τους κάποια κείμενα του Αριστοτέλη που
μιλούσε για τη σφαιρικότητα της Γης. Κάτω από αυτά τα ράφια υπήρχαν
τυλιγμένοι, πέντε έξη χάρτες που έφεραν την υπογραφή ενός Γενοβέζου
θαλασσοπόρου, του Χριστόφορου Κολόμβου...