Οι ερευνητές του πανεπιστημίου της Βρετανικής Κολομβίας στο Βανκούβερ, υπό τον Τόμας Μπόις, όπως ανέφεραν στη σχετική παρουσίαση στο συνέδριο της Αμερικανικής Ένωσης για την Προώθηση της Επιστήμης, σύμφωνα με το Γαλλικό Πρακτορείο, διαπίστωσαν ότι υπάρχει μια "βιολογία της δυστυχίας" στους ενήλικους εκείνους που έζησαν φτωχικά παιδικά χρόνια, ιδίως πριν την ηλικία των πέντε ετών.
Σύμφωνα με τη νέα μελέτη, η πρώιμη παιδική ηλικία αποτελεί "κρίσιμη περίοδο για τη διαμόρφωση της αρχιτεκτονικής του εγκεφάλου, η οποία, με τη σειρά της, καθορίζει την μελλοντική νοητική, κοινωνική και συναισθηματική ευημερία των παιδιών".
Όπως διαπιστώθηκε, τα παιδιά που μεγαλώνουν σε ένα μειονεκτικό κοινωνικοοικονομικό περιβάλλον, έχουν αργότερα δυσανάλογη επίπεδα ευαισθησίας στο στρες, κάτι που φαίνεται τόσο από το επίπεδο των ορμονών τους, όσο και από τις νευροαπεικονιστικές μελέτες του εγκεφάλου τους.
Οι ερευνητές μελέτησαν περισσότερα από 1.500 άτομα, γεννημένα μεταξύ 1968 και 1975, σε σχέση με το οικογενειακό εισόδημά τους όταν ήταν παιδιά, το μετέπειτα μορφωτικό τους επίπεδο, τα κατοπινά κοινωνικά επιτεύγματά τους και την καριέρα τους, την υγεία τους, τις τάσεις εγκληματικότητας κλπ. Διαπίστωσαν "εντυπωσιακές διαφορές" στην τροπή που πήραν οι ζωές των παιδιών όταν ενηλικιώθηκαν, ανάλογα με το αν είχαν ζήσει φτωχικά ή άνετα μέχρι την ηλικία των έξι ετών.
Τα φτωχά παιδιά έκαναν τουλάχιστον δύο λιγότερα χρόνια εκπαίδευσης, εργάζονταν 451 ώρες λιγότερες μέσα στον χρόνο και έβγαζαν ως ενήλικοι λιγότερα από τα μισά σε σχέση με τους συνομηλίκους τους που ως παιδιά δεν είχαν γνωρίσει οικονομικά προβλήματα. Είχαν επίσης υπερδιπλάσια πιθανότητα να εμφανίσουν κάποιο πρόβλημα υγείας, είχαν σαφώς μεγαλύτερο άγχος και ακόμα είχαν, κατά μέσο όρο, μεγαλύτερο βάρος. Τέλος, είχαν διπλάσια πιθανότητα να συλληφθούν για κάποιο αδίκημα.
Σύμφωνα με τους ερευνητές, "οι οικονομικές συνθήκες στην πρώιμη παιδική ηλικία έχουν πολύ μεγάλη σημασία για την κατοπινή επιτυχία στην αγορά εργασίας". Όπως είπαν, η ενίσχυση του εισοδήματος των οικογενειών που έχουν παιδιά κάτω των πέντε ετών, μπορεί να επιδράσει θετικά, εκτός άλλων παραγόντων, στη νευροβιολογία και τελικά στη μελλοντική ευημερία των παιδιών αυτών.
Ο καθηγητής του πανεπιστημίου Χάρβαρντ Τζακ Στόνκοφ δήλωσε ότι η νέα μελέτη παρέχει "μια θαυμάσια ευκαιρία να μάθουμε περισσότερα για τη βιολογία της κακοτυχίας, πράγμα που θα μας βοηθήσει να αναπτύξουμε νέες ιδέες και να κάνουμε νέες παρεμβάσεις για να μετριάσουμε τις συνέπειες της δυστυχίας".
skai.gr